καλοσυσταίνω

καλοσυσταίνω
καλοσυσταίνω και καλοσυστήνω καλοσύστησα, καλοσυστήθηκα, καλοσυστημένος, κάνω καλές συστάσεις για κάποιον: Τον καλοσύστησα στο διευθυντή.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • καλοσυσταίνω — και καλοσυστήνω 1. δίνω καλές συστάσεις για κάποιον 2. περιποιώ τιμή σε κάποιον, προσθέτω στην καλή φήμη και υπόληψη κάποιου («αυτά που κάνεις δεν σέ καλοσυσταίνουν»). [ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο) * (< επίρρ. καλά) + συσταίνω / συστήνω] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”